Ο ξένος της Αθήνας | Νικόλας Σμυρνάκης

Το cafe στον τρίτο όροφο του Public στο Σύνταγμα ήταν γεμάτο. Μα εγώ δεν άκουγα την οχλοβουή. Δεν έβλεπα κανέναν γύρω μου. Ήμουν τόσο απασχολημένος με την προετοιμασία του σεμιναρίου το βράδυ. Ο μόνος διαθέσιμος κόσμος μου, αποτελούνταν από τις σελίδες του βιβλίου.

Με πλησίασε και με ρώτησε αν μπορεί να κάτσει. Του έγνεψα “ναι”. Επανήλθα αστραπιαία στον κόσμο μου. Χαρτιά παντού γύρω μου, σημειώσεις και οι σελίδες να διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς λογική σειρά.

Μετά από λίγη ώρα με ρώτησε. “Τι διαβάζετε;” Για κάποιο συμπαντικά παράλογο λόγο μόλις είχα τελειώσει.

“Ρίξε μια ματιά”, του είπα, “τέλειωσα”. Του έδωσα το βιβλίο. “Έχω το βράδυ παρουσίαση”. Κοίταξε το εσώφυλλο, είδε τη φωτογραφία, κατάλαβε.

Περίμενα ότι θα έκανε ένα γρήγορο ξεφύλλισμα, θα προσποιούνταν ότι ασχολήθηκε και θα μου το έδινε πίσω. Ξεκίνησε να διαβάζει το “Να ευτυχήσω για να πετύχω ή να πετύχω για να ευτυχήσω;“.

20 λεπτά μετά με κοιτάει. “Αν θέλεις να φύγεις πες το μου να στο δώσω”. Και συνέχιζε να διαβάζει. Δεν μπόρεσα να αντισταθώ. Τον έβγαλα φωτογραφία. 10 λεπτά μετά έπρεπε να φύγω. Του κέρασα τον καφέ χωρίς να το καταλάβει. Χαμογελούσα και μόνο στην ιδέα της έκπληξης που θα ένιωθε όταν θα το συνειδητοποιούσε. Έμαθα το όνομά του, του είπα για τη φωτογραφία και έφυγα.

Το βράδυ ο κόσμος πλημμύρισε το χώρο του σεμιναρίου. Δεν χωρούσε καρφίτσα. Οι συνεργάτες μας βγήκαν έξω για να κάτσουν μερικοί άνθρωποι παραπάνω. Υπήρχαν κάποιες καρέκλες ακόμα αλλά ο Θέμης ευγενικά μας ζήτησε να μην τις χρησιμοποιήσουμε για λόγους ασφαλείας.

Ζητήσαμε συγγνώμη από τους όρθιους μα δεν φάνηκαν να ενοχλούνται. Για άλλη μια φορά ήμουν αποφασισμένος να ανταποδώσω όσα λάμβανα. Και με το παραπάνω. Είχα χρέος.

Ξαφνικά τον είδα να μπαίνει από την κεντρική είσοδο. Η έκπληξή μου ήταν μεγάλη. Συγκρίνεται μόνο με τη δική του νωρίτερα.

“Η καλοσύνη των ξένων”, θυμήθηκα την Μπλανς στο «Λεωφορείο ο Πόθος» του Τένεσι Ουίλιαμς. “Η καλοσύνη των ξένων”. Πόση από δαύτη κουβαλάμε μέσα μας και τι ωραίο όταν εμπνέουμε τους ξένους να την ανακαλύπτουν και εκείνοι μέσα τους.

Η σκέψη μου ταξίδεψε σε έναν άλλον ξένο, λίγο πιο έξω από την Αθήνα. Α ρε άνθρωπε. Ικανός για το χειρότερο και το καλύτερο. Υπάνθρωπος και Μετάνθρωπος είσαι. Γι’ αυτό σ’ αγαπώ.

Εκτός από εκείνη την φευγαλέα στιγμή δεν ξαναείδα τον ξένο της Αθήνας. Δεν ξέρω αν θα δει αυτή τη δημοσίευση ή αν θα τον συναντήσω ξανά. Ξέρω μόνο το μικρό του όνομα. Αν μπορούσα να τον δω, να τι θα του έλεγα:

“Μάκη σε ευχαριστώ για την καλοσύνη. Για μένα δεν είσαι πια ξένος”.

Την αγάπη μου
Νικόλας

Εγγραφείτε στο newsletter για να λαμβάνετε
άρθρα, videos, αποφθέγματα, ενημερώσεις

YouTube Subscribe εδώ

___________

 

Σχετικότατα άρθρα:

Ο άνθρωπος που έλαβε 45 χρόνια παράταση ζωής

Ο καλύτερος δάσκαλος που είχα ποτέ

Αλλάζει ο άνθρωπος αν δεν θέλει να αλλάξει;